Παραμένει η Frontex στον Έβρο – Ο εκτελεστικός διευθυντής της Frontex μιλά για την επιχείρηση στα σύνορα

Ο εκτελεστικός διευθυντής της Frontex Φαμπρίς Λεζερί μίλησε για τα γεγονότα που συνέβησαν στον Εβρο τον περασμένο Μάρτιο. Εκφράζει την ικανοποίησή του διότι η επιχειρησιακή ετοιμότητα και αποτελεσματικότητα δεν επηρεάστηκαν καθόλου κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Καθώς επίσης δηλώνει πως ήδη εξετάζεται η παράτασή τους για ακόμη έναν μήνα, ως τον Αύγουστο

«Τα γεγονότα στον Εβρο τον περασμένο Μάρτιο ήταν πολύ διαφορετικά σε σχέση με ό,τι είχαμε αντιμετωπίσει στο παρελθόν. Και αυτό το καταλάβαμε από την πρώτη ημέρα» υπογραμμίζει στη συνέντευξη που παραχώρησε στο «Βήμα» ο εκτελεστικός διευθυντής της Frontex Φαμπρίς Λεζερί. Προσθέτει δε ότι «πρέπει να είμαστε έτοιμοι για πιθανή επανάληψή τους», ξεκαθαρίζοντας ότι μια κρίσιμη διαφορά σε σχέση με το 2015, όταν ξέσπασε το πρώτο μεγάλο κύμα της μεταναστευτικής κρίσης, είναι «η ύπαρξη μιας κυβέρνησης στην Ελλάδα που είναι έτοιμη να δράσει άμεσα».

Ο 51χρονος Γάλλος, ο οποίος διοικεί την Frontex με έδρα τη Βαρσοβία, επισημαίνει ότι οι τρεις αποστολές του Οργανισμού στην Ελλάδα έχουν ανανεωθεί ως τις 6 Ιουλίου και ήδη εξετάζεται η παράτασή τους για ακόμη έναν μήνα, ως τον Αύγουστο. Αναφορικά πάντως με το ενδεχόμενο μιας μελλοντικής συνεργασίας Τουρκίας και Frontex για την πραγματοποίηση κοινών περιπολιών εντός τουρκικών χωρικών υδάτων, ο κ. Λεζερί είναι ρεαλιστής δηλώνοντας ότι «η απόφαση για κάτι τέτοιο είναι βαθιά πολιτική».

Η Ελλάδα είναι η χώρα στην οποία η Frontex (ο οποίος αποτελεί πλέον την Ευρωπαϊκή Συνοριοφυλακή και Ακτοφυλακή – EBCG) «έχει το μεγαλύτερο αποτύπωμά (footprint) του από όλα τα μέλη του. Ουσιαστικά έχουμε τρεις αποστολές: τη Δύναμη Ταχείας Επεμβάσεως (RABIT) στον Εβρο, τη Δύναμη Ταχείας Επεμβάσεως (RABIT) στο Αιγαίο και την επιχείρηση “Poseidon”, επίσης στο Αιγαίο. Συνολικά, έχουμε 600 άτομα προσωπικό στην Ελλάδα» μας λέει ο κ. Λεζερί. Σε αυτές τις επιχειρήσεις συμμετέχουν όλα τα κράτη- μέλη της ΕΕ και οι χώρες που ανήκουν στη Ζώνη Σένγκεν, ενώ 21 κράτη-μέλη έχουν συνδράμει στην επιχείρηση του Εβρου.

Εκφράζει δε την ικανοποίησή του διότι η επιχειρησιακή ετοιμότητα και αποτελεσματικότητα δεν επηρεάστηκαν καθόλου κατά τη διάρκεια της πανδημίας. «Θα έλεγα ότι βγήκαμε δυνατότεροι από αυτή τη δύσκολη κατάσταση. Μπορέσαμε να μεταφέρουμε τους συνοριοφύλακες αλλά και τον προστατευτικό εξοπλισμό που είχαν ανάγκη πολύ γρήγορα. Η ανάγκη μας οδήγησε στη δημιουργία ενός περιφερειακού κόμβου επιμελητείας (logistics) στο αεροδρόμιο της Θεσσαλονίκης για την εξυπηρέτηση των αποστολών μας σε Ελλάδα, Βουλγαρία και Αλβανία. Επίσης, συνάψαμε μια συμφωνία με τις ελληνικές αρχές για την καραντίνα του προσωπικού μας, ενώ είχαμε διασφαλίσει και τη χορήγηση πιστοποιητικών υγείας πριν τα στελέχη μας έλθουν στην Ελλάδα. Γενικότερα», προσθέτει, «το μοντέλο που ακολουθήσαμε στην Ελλάδα το υιοθετήσαμε επίσης για την Ιταλία και την Ισπανία».

Το μάθημα του Εβρου

Αναμφίβολα, η επιχείρηση στον Εβρο δεν ήταν όπως όλες οι προηγούμενες. «Το πλαίσιο εντός του οποίου κληθήκαμε να βοηθήσουμε ήταν εντελώς διαφορετικό» παρατηρεί ο συνομιλητής μας. «Δεν είχαμε να κάνουμε με μια μεταναστευτική κρίση που πυροδοτήθηκε από τη δράση διακινητών ή από έναν πόλεμο όπως αυτός στη Συρία. Το εναρκτήριο σημείο αυτή τη φορά», μας εξηγεί ο κ. Λεζερί, «ήταν οι δηλώσεις, σε ανώτατο επίπεδο, στην Τουρκία ότι τα σύνορα της Ευρωπαϊκής Ενωσης είναι ανοιχτά. Αυτό, όπως γνωρίζετε, δεν ήταν αλήθεια. Η Ελλάδα και η ΕΕ υπήρξαν αποφασισμένες να δείξουν ότι τα εξωτερικά σύνορα είναι κλειστά». Ηταν όμως και η ατμόσφαιρα διαφορετική και το επίπεδο έντασης υψηλό.

«Οντως είχαμε και πυροβολισμούς από την τουρκική πλευρά, αλλά ευτυχώς δεν υπήρχαν θύματα. Είχαμε μετανάστες αλλά και άγνωστα πρόσωπα που έβαλαν, π.χ. με πέτρες, ακόμη και εναντίον συνοριοφυλάκων της Frontex. Ηταν η πρώτη φορά», θυμάται, «που δώσαμε κράνη, συγκεκριμένα 300 κράνη, τόσο στις ελληνικές αστυνομικές δυνάμεις όσο και στους δικούς μας συνοριοφύλακες. Δεν επρόκειτο λοιπόν απλώς για μια επιχείρηση διαχείρισης συνόρων. Ζητήσαμε από τα κράτη-μέλη φύλακες με εμπειρία στην αντιμετώπιση ταραχών (riots). Δεν είχε ξανασυμβεί αυτό».

Ενα από τα θέματα που έχει κατά καιρούς θίξει η Αθήνα είναι το ενδεχόμενο να υπάρξουν κοινές περιπολίες της τουρκικής ακτοφυλακής και της Frontex εντός τουρκικών χωρικών υδάτων με σκοπό την καλύτερη επιτήρηση και αποτροπή των μεταναστευτικών ροών. Ο κ. Λεζερί εμφανίζεται πραγματιστής. «Με όρους νομικής εντολής μπορούμε να αναπτύξουμε επιχειρήσεις σε τρίτες χώρες. Εχουμε ήδη μία στην Αλβανία και ετοιμαζόμαστε να υπογράψουμε συμφωνίες και με άλλες χώρες των Δυτικών Βαλκανίων. Εφόσον υπάρχει μια συμφωνία μεταξύ ΕΕ και Τουρκίας, θα μπορούσε να φιλοξενηθεί και εκεί μια επιχείρηση. Η συμφωνία αυτή θα είναι πολιτική και θα πρέπει να επικυρωθεί και από τις δύο πλευρές, στην περίπτωση της ΕΕ από το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ώστε να υπάρξει πρόσκληση του Frontex. Επιχειρησιακά γνωρίζουμε την περιοχή και δεν θα είχαμε πρόβλημα. Πρόκειται όμως για βαθιά πολιτική απόφαση» καταλήγει.

Ο κ. Λεζερί δηλώνει ικανοποιημένος από τη μέχρι σήμερα συνεισφορά του Οργανισμού στο θέμα των επιστροφών, αν και δεν αρνείται ότι χρειάζεται βελτίωση. Μας επισημαίνει ότι με τη βοήθεια της Frontex επεστράφησαν 16.000 παράτυποι μετανάστες το 2019. «Δεν λαμβάνουμε εμείς την απόφαση ποιος θα επιστραφεί, αλλά βοηθάμε με πολλούς τρόπους» μας λέει. Στην Ελλάδα υπάρχει εσχάτως μια πιο αποτελεσματική και ταχύτερη διαδικασία «που μας επέτρεψε τον περασμένο Ιανουάριο να οργανώσουμε την επιστροφή 100 μεταναστών στην Τουρκία από τα ελληνικά νησιά». Τέτοιοι αριθμοί είχαν να εμφανιστούν από τους πρώτους δύο ή τρεις μήνες της εφαρμογής της Δήλωσης ΕΕ – Τουρκίας το 2016.

Η μετεξέλιξη της Frontex

Παρά τον κορωνοϊό, η δημιουργία της Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής – της διαδόχου της Frontex – συνεχίζεται. Ο στόχος είναι να υπάρχει ένα μόνιμο σώμα 10.000 συνοριοφυλάκων ως το 2027, εκ των οποίων το 1/3 θα είναι κοινοτικοί συνοριοφύλακες και τα 2/3 θα προέρχονται από τα κράτη-μέλη. «Ηδη υπήρξαν 7.000 αιτήσεις για τις πρώτες προκηρύξεις θέσεων για κοινοτικούς συνοριοφύλακες. Από τους αιτούντες, οι 5.000 ήταν επιλέξιμοι. Τελικώς επελέγησαν 265 που θα αρχίσουν εκπαίδευση στα μέσα Ιουνίου και εκτιμάται ότι θα είναι έτοιμοι την 1η Ιανουαρίου 2021» λέει ο κ. Λεζερί.

Σε απόλυτους αριθμούς, η Ελλάδα βρίσκεται στη δεύτερη θέση εκ των προσληφθέντων με 43 άτομα, πίσω μόνο από τη Ρουμανία που έχει 56. Η επιλογή των επομένων υποψηφίων θα γίνει τον προσεχή Σεπτέμβριο.

{Πηγή δημοσίευσης: https://www.e-evros.gr/, 8/6/2020}